διώνυμα

διώνυμα
διώνυμος
with two names
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μιγαδικοί αριθμοί — Αριθμοί που αποτελούνται από πραγματικές και φανταστικές μονάδες. Είναι γνωστό ότι η εξίσωση αx = β (πρώτου βαθμού), όπου α, β είναι ρητοί αριθμοί και α ≠ 0, έχει μία και μόνο μία λύση. Αυτό ισχύει, γενικότερα, και στην περίπτωση, που οι α, β… …   Dictionary of Greek

  • διώνυμος — η, ο 1. αυτός που έχει δύο ονόματα: Η διώνυμη βασίλισσα Μαρία Θηρεσία. 2. το ουδ. ως ουσ., διώνυμο αλγεβρική παράσταση που αποτελείται από δύο μονώνυμους όρους: Διώνυμο του Νεύτωνα. – Διαφορικά διώνυμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”